Κάποτε που λέτε αυτός ο δρόμος ήταν από τους πιο πλούσιους της πόλης με μεγάλα νεοκλασικά αρχοντικά και άμαξες. Σήμερα αντικρίζεις μονάχα τσιμέντο. Ψηλές άχαρες πολυκατοικίες και την σιδερένια είσοδο της ΔΕθ σύμβολο μιας εκσυγχρονισμένης Θεσσαλονίκης. Το ραντεβού μου ήταν στη μία και μισή αλλά η μικρή μου ξαδέρφη σαν γνήσιος απόγονός μου δεν ήρθε στην ώρα της. Για την ακρίβεια δεν ήρθε καθόλου στο σημείο συνάντησης. Με βρήκε πολύ αργότερα απευθείας στο τσούκου τσούκου.
Όπως και να χε όμως όφειλα να την περιμένω λίγο, έστω και συμβολικά. Εδώ που τα λέμε έψαχνα κι εγώ μια αφορμή για να επεξεργαστώ το μέρος. Κάθε χρόνο αυτή η γωνιά της πόλης αλλάζει. Λίγο οι φοιτητικές καφετέριες που αλλάζουν συνεχώς πρόσοψη, λίγο τα ατελείωτα έργα του μετρό, λίγο οι στολισμοί τις έκθεσης και το σκηνικό γίνεται κάθε φορά διαφορετικό.
Άνθρωποι μαζί μου στοιχισμένοι στη σειρά να περιμένουν κι αυτοί το ραντεβού τους, καθισμένοι στο πεζουλάκι της έκθεσης ανάμεσα στα μοσχοκυπαρίσσια και κάτω από την σκιά των μεταλλικών πάνελ. Από πάνω μας έχασκε η Πάολα παρέα μα τον Σαββόπουλο και λίγο παραπέρα ο μεγάλος γερανός που μερικά λεπτά νωρίτερα κόντεψε να παρκάρει ένα μεγάλο κιβώτιο πάνω στο κεφάλι μου. Προληπτική δεν είμαι αλλά έχω πάντα στο νου μου ότι η ζωή μας είναι μία φάρσα και πως ανά πάσα στιγμή μπορεί να λάβουμε πρόσκληση από τον Άγιο Πέτρο.
Στα αυτιά μου ηχούσαν ακόμα τα ουρλιαχτά μιας αγανακτισμένης κυρίας που μάλωνε στο τηλέφωνο με την μητέρα της κάπου μέσα στην πανεπιστημιούπολη και τα σόκιν ανέκδοτα ενός μοναχικού νέου ΑΜΕΑ που αποζητούσε λίγη κατανόηση και συντροφιά. Κι όλα αυτά μόλις σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου και χρονικό διάστημα μισής ώρας. Αν έμενα κι άλλο μόνη ποιος ξέρει τι άλλο θα συναντούσα. Παράξενη η ζωή δεν συμφωνείτε; Γεμάτη ανθρώπινα δράματα και ευτράπελα κι αν είσαι και λίγο ευαίσθητος και παρατηρητικός έρχονται και ζυγώνουν από το πουθενά πολλοί άγνωστοι και πονεμένοι άνθρωποι. Για ένα μεσημεράκι όμως έκρινα πως όλα αυτά ήταν αρκετά. Κατηφόρισα για το τσούκου τσούκου, ήπια τον καφέ μου με την παρεούλα μου κι ύστερα πήγα στην Κομνηνών.
Λοιπόν καλά μου παιδιά βλέπω πως το έχετε κι εσείς ανάγκη να ξεσκάτε. Όσο μπορώ θα σας σουρτουκεύω μέσα από τις ανταποκρίσεις μου. Σήμερα καθόμαστε μέσα και μας κάνει παρέα αυτός ο μικροκαμωμένος κύριος. Το τσιουάουα της μαμα-Κούλας, ο Μίκης (Βασιλική η μάνα μου, Βασιλική και η πεθερά μου. Ε την πεθερά μου τη φωνάζω μαμά-Κούλα γιατί Κούλα είναι το χαϊδευτικό της).
Να προσέχετε φίλοι μου!
όχι άλλα τσιμένταααα έλεος!!
ΑπάντησηΔιαγραφήφοβερή η παρεούλα σου σήμερα,να του δώσεις ένα φιλί από μένα:)))
Α είναι δαγκανιάρης ο βλάκας!
ΔιαγραφήΚαλά εγώ έμεινα με τον Μίκυ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓλύκαςςςςςςςςςςςς!
Καλημέρα κορίτσι ♥
Γεια σου Αριστάκι μου!!! Γλύκας αλλά πολύ τζαναμπέτης.
ΔιαγραφήΒρε συ, τι υπέροχα με ταξίδεψες -και με παρηγόρησες- σήμερα.. Φιλιά γλυκά στην γλυκοπαρέα, φθινοπώρου...ατσιμεντάριστου, γίνεται; ♥
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα βρούμε και ατσιμεντάριστες γειτονιές.Όλα θα τα σεριανίσουμε!
ΔιαγραφήΜου αρέσουν πολύ οι βόλτες που μας πας Χριστίνα!! Ασε που με τόσο κόσμο που θα συναντάς μπροστά όλο και ιστορίες μπορείς να σκαρώσεις!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Μίκυ είναι γλύκας!! Και με το μουστακάκι του!!! Αχαχαχα!!
Σε φιλώ!!
Βασικά αυτό ήταν από τα πρώτα και τα χρησιμότερα πράγματα που μας ΄έμαθαν στη σχολή. Να κυκλοφορούμε στο δρόμο και να παρατηρούμε τα πάντα. Ανθρώπους, δέντρα, σκυλάκια, κτίρια, αυτοκίνητα, τον ουρανό. Τα πάντα. Να και κάτι πραγματικά καλό!
ΔιαγραφήΑκόμα κι έτσι πάντα υπάρχει στις βόλτες μας....σωστά; :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμορφες οι φωτογραφίες σου...Καληνύχτα!
Να δεις τι λαμπερές φαινόταν όταν ήταν καινούργιες οι πολυκατοικίες επί της Αγγελάκη σε μια ταινία του Βουτσά που τις δείχνει (που χει ένα μαγαζάκι με τον πατέρα του δε θυμα΄μαι πως την έλεγαν την ταινία), μέσα της δεκαετίας του 60. Και από κάτω μαγαζιά περιποιημένα. Καμία σχέση με τη σημερινή εικόνα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Μάκης πολύ γλύκας.
Αααα τι λες; Θα ψάξω να τη βρω! Τις βλέπω όλες τις παλιές ελληνικές για να χαζεύω και τις πόλεις πώς ήταν παλιά!
ΔιαγραφήΟυουου όσο γλύκας στις φωτογραφίες άλλο τόσο στρίτζος από κοντά!