Πάει καιρός τώρα που είχα μια όμορφη φουντωτή γειτόνισσα που μου γρατζουνούσε κάθε τόσο την μπαλκονόπορτα για λίγες κροκέτες και πολλά χάδια. Αυτή η τσαχπίνα ήξερε τι έκανε και τι γύρευε. Η κοιλίτσα της καθώς είχε μεγαλώσει την περιποιήθηκα αναλόγως. Άφησα στο μπαλκόνι ένα γούνινο καλαθάκι και μέσα σε αυτό γέννησε τρία χνουδωτά πλασματάκια. Τα δύο από αυτά έγιναν σχεδόν μόνιμοι κάτοικοι του μπαλκονιού.
Μικρά αγριμάκια
καθώς ήταν, πέρασαν μερικοί μήνες μέχρι να γνωριστούμε καλύτερα. Λίγο φαγάκι,
λίγο νεράκι, λίγα δειλά χαδάκια και την αρχή την έκανε ο μαυρούκος. Θαρραλέος
και περίεργος έκανε την πρώτη του κίνηση να περάσει το κατώφλι. Έστρωσα μια
μικρή φλοκάτη μπροστά στο παράθυρο και τον άφηνα να ξαπλώνει εκεί μέχρι να
ξεθαρρέψει.
Ένα αυγουστιάτικο
βραδάκι τον βλέπω τον κύριο να μπαίνει μέσα κρατώντας κάτι στο στόμα. Μου το
φέρνει και μου το ακουμπάει στα πόδια. Με κοιτάει στα μάτια και μου νιαουρίζει.
Ήταν μια πεταλούδα. Πολύ χαριτωμένο σκέφτηκα. Την είχε φέρει για μένα. Την πήρα
την πεταλούδα και την έβγαλα στο μπαλκόνι κι μικρούλης κατάλαβε πως δε μου
άρεσε. Απτόητος όπως ήταν έφυγε και γύρισε πάλι φέρνοντάς μου κάτι. Αυτή τη
φορά ήταν ένα σκαθάρι. Πάλι με κοίταξε στα μάτια και μου νιαούρισε. Αδύνατον να
το δεχτώ, πόσο μάλλον να το φάω. Το πέταξα κι αυτό έξω κακοκαρδίζοντάς τον. Ο
καλός μου ιππότης όμως αποδέχτηκε τα καπρίτσια μου και είπε να μου φέρει κάτι
πιο γενναιόδωρο. Κι έτσι μετά από λίγα λεπτά επέστρεψε με μία μικρή σαύρα. Όπως
καταλαβαίνετε, με πήραν τα ζουμιά.
Οι γάτοι όπως και όλα τα ζωάκια όταν αγαπάνε
προσφέρουν φαγητό. Αυτό που κρίνει το καθένα ότι μπορεί να προσφέρει. Κι εκεί
είναι που λες πως όταν είσαι ένα με τη φύση, φροντίζει η φύση για σένα. Πόσο
απλό και γενναιόδωρο είναι ένα τόσο ανεξάρτητο πλάσμα σαν την γάτα να νοιάζεται
για τις ανάγκες ενός ανθρώπου; Εκείνο το βράδυ ο ιππότης μου, πήρε την πιο
μεγάλη αγκαλιά και τις πιο λαχταριστές λιχουδιές. Έκτοτε γίναμε αχώριστοι κι από
κοντά ακολούθησε και ο αδερφούλης του ο ξανθομπόμπιρας.
Η ιστορία όμως δεν
είχε και τόσο ευτυχισμένο τέλος για μένα τουλάχιστον. Καθώς οι γάτοι σαν άγρια
ζώα που ήταν και εκπαιδευμένα στο κυνήγι, δεν άντεχαν κλεισμένα μέσα στο
διαμέρισμα. Η στείρωση δεν βοήθησε καθόλου. Τα παράπονα άρχισαν να γίνονται
γκρίνια και η γκρίνια γοερό κλάμα.
Το αποκορύφωμα
ήταν ένα αυγουστιάτικο βράδυ, που τους μεταφέραμε στο καινούριο σπίτι. Η αλλαγή
τους εξόντωσε. Η μεταστροφή του χαρακτήρα τους ήταν τρομακτική. Με την πρώτη
ευκαιρία δραπέτευσαν και έφυγαν στους αγρούς. Αγαπούσαν την ελευθερία τους περισσότερο
από εμάς. Έμειναν εκεί έξω για πολλές μέρες. Μας έβλεπαν αλλά δε μας ζύγωναν.
Πέρασαν κι άλλες μέρες. Ψάξαμε παντού, ακόμα και στην παλιά γειτονιά.
Αυτό πάντα
συμβαίνει με τις γάτες, μας διαλέγουν δεν τις διαλέγουμε. Η γάτα δεν
εξημερώθηκε ποτέ από τον άνθρωπο. Η γάτα πλησίασε τον άνθρωπο από μόνη της. Έτσι
και οι δυο μικροί μου ήρωες διάλεξαν να βρουν άλλο καταφύγιο. Ίσως μια μέρα να
επιστρέψουν ποιος ξέρει;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Αν είσαι φίλος καλοδεχούμενος, αν ήρθες να σπαμάρεις σκέψου το ξανά!